Μπορεί κανείς να ευημερήσει μέσα σε ένα σαθρό οικοδόμημα; Στη βάση αυτού του ερωτήματος, υποστηρίζω ότι,
είναι προς το συμφέρον της αστικής τάξης σήμερα η ενδυνάμωση και στήριξη των εργασιακών κεκτημένων, ο περιορισμός της αυθαιρεσίας και διεισδυτικότητας του κράτους, η κοινωνική ειρήνη και η ισότητα, η Δικαιοσύνη.
Φανταστείτε τη Σοφία. Mια γυναίκα μορφωμένη, με δύο μεταπτυχιακά παρακαλώ, που ζει στην Αθήνα με τα δυο παιδιά και τον άντρα της στην ιδιόκτητη μονοκατοικία τους, «προίκα» από τα πεθερικά, στη Φιλοθέη. Η προσωπική της πορεία αποτελεί ένα σύγχρονο παράδειγμα γρήγορης επαγγελματικής ανέλιξης καθώς σε λίγα μόλις χρόνια, αλλά με αρκετό μόχθο και υποχωρήσεις, κατάφερε να προΐσταται του δημιουργικού τμήματος στη διαφημιστική εταιρεία όπου εργάζεται. Ο παχυλός μισθός της της δίνει την αίσθηση ανεξαρτησίας και αυτονομίας που πάντα ήθελε, παρόλο που η οικονομική κατάσταση του άνδρα της θα μπορούσε να της προσφέρει την πολυτέλεια να μην εργάζεται. Όχι, η ίδια δεν θα μπορούσε τώρα να είναι τόσο περήφανη για το επίτευγμά της αν δεν ήταν δικό της∙ και σίγουρα δεν θα αισθανόταν τόση ικανοποίηση για την απόκτηση του νέου Mercedes Α class που τόσο καιρό ονειρευόταν. Το χαμόγελό της όταν οδηγά το καινούριο αμάξι θα άξιζε χίλιες φωτογραφίες και θα αποτελούσε το ίδιο μια πολύ πετυχημένη διαφήμιση του σύγχρονου οικονομικού ονείρου: σκληρή δουλειά και μόχθος που πάντα ανταμείβονται μέσα από την άνεση, την γκλαμουριά και την πολυτέλεια του καινουριου υλικού αποκτήματος.
Η Σοφία φαντάστηκε πως απλά υλοποίησε το δικό της όνειρο και πως κανείς δεν μπορεί και να της το στερήσει. Όμως εκείνο το βράδυ ένιωσε ιδιαίτερη δυσφορία. Ήταν 4 Δεκεμβρίου 2009 και θα πήγαινε με την καλή της φίλη στην παράσταση «Πουθενά» του Δημήτρη Παπαϊωάννου, για την οποία είχαν κλείσει τα εισιτήρια τρεις μήνες πριν. Φόρεσε το καινούριο φόρεμα, δώρο του άνδρα της για την επέτειό τους, έφτιαξε και τα μαλλιά στο κομμωτήριο, και είναι έτοιμη να οδηγήσει, και να δείξει φυσικά, το καινούριο της αυτοκίνητο. Όμως…
– Δεν μπορείς να πάρεις το αυτοκίνητο στο κέντρο αγάπη μου, μέρες που είναι…
Τότε ο άνδρας της της εξήγησε ότι σε δύο μέρες θα ήταν η επέτειος από τον θάνατο «εκείνου του νεαρού στα Εξάρχεια». Αυτή κανονικά θα ήταν μια υπόθεση που δεν τους αφορά, αλλά το κέντρο της Αθήνας βρίσκεται σε επιφυλακή από τώρα. «Και δεν είναι το πιο ασφαλές να κατεβείς στο κέντρο με το καλό σου αυτοκίνητο τώρα. Μπορεί να στο σπάσουν».
Το ενδεχόμενο καταστροφής του νεοαποκτηθέντος ονείρου συντάραξε τη Σοφία, η οποία αποφάσισε να μην ρισκάρει και κάλεσε ένα ταξί. Όμως, δεν μπορούσε να κατανοήσει γιατί μπορεί κάποιοι να ενοχληθούν από την παρουσία του πολυτελούς αυτοκινήτου. Αφού η ίδια δεν έκλεψε ποτέ, δεν αδίκησε κανέναν, προσπαθούσε πάντα να κάνει σωστά τη δουλειά της χωρίς αντιρρήσεις και μεγαλώνει τα παιδιά της με αρχές και αγάπη. Και, στην τελική, τι δουλειά είχε αυτή με τη δολοφονία ενός νεαρού! Γιατί να μην μπορεί να οδηγήσει το αυτοκίνητό της στο κέντρο της Αθήνας; Γιατί το αγόρασε το αυτοκίνητο τέλος πάντων;
Φαντάζεται κανείς ότι οι ευνοημένοι αυτού του συστήματος είναι οι ευκατάστατοι, οι πλούσιοι… Ότι τα ακριβά αυτοκίνητα τα οδηγά μόνο η ελίτ, ότι δεν έχουν καταστεί το όνειρο του κάθε ενός… Ότι οι πλούσιοι απολαμβάνουν την ευημερία που στερείται η υπόλοιπη κοινωνία. Ότι τα συμφέροντα της εργατικής τάξης αφορούν μόνο αυτήν, ότι η κοινωνική ειρήνη αφορά αυτούς που δεν έχουν χρήματα, ότι οι μπάτσοι θα σκοτώσουν μόνο τους «άπλυτους κουκουλοφόρους» και μόνο αν έχουν δίκιο! Ότι το δικό του παιδί θα μείνει προφυλαγμένο μέσα στο φρούριο που του χτίσαν οι γονείς του.
Λες και μπορεί να ευτυχήσει κανείς μέσα σε ένα ταραγμένο σύνολο. Λες και ο πόλεμος κάνει διακρίσεις…
Νομίσανε όλοι ότι τα προβλήματα μιας κοινωνίας αφορούν μια συγκεκριμένη τάξη της. Όμως, η ταξική συνείδηση, και συμφέροντα, δεν είναι υπεράνω της κοινωνικής. Ούτε η εθνική άλλωστε. Διότι, σε ένα κοινωνικό σύνολο, αυτό που προέχει είναι η δημιουργική διατήρησή του. Κι αν αυτό είναι προς το συμφέρον όλων, σίγουρα είναι πολύ περισσότερο συμφέρον για όσους έχουν κάτι να χάσουν. Κι αυτοί που έχουν να χάσουν δεν είναι ούτε οι φτωχοί ούτε οι αδικημένοι. Είναι, απεναντίας, οι φερόμενοι ως ευνοούμενοι αυτού του συστήματος – φερόμενοι διότι η θέση τους είναι επισφαλής μέσα σε ένα πολιτικό σύστημα που συνεχίζει την πόλωση δημιουργώντας όλο και λιγότερους υπερπλουσίους και όλο και περισσότερους φτωχούς.
Κι αν όμως θέλαμε να το δούμε με όρους ταξικής οριοθέτησης, και πάλι: είναι προς το συμφέρον της αστικής τάξης σήμερα η ενδυνάμωση και στήριξη των εργασιακών κεκτημένων, ο περιορισμός της αυθαιρεσίας και διεισδυτικότητας του κράτους, η κοινωνική ειρήνη και η ισότητα, η Δικαιοσύνη. Και είναι προς το συμφέρον της αυτό να γίνει άμεσα αλλά ομαλά, ώστε να μη θιγεί η θέση και τα συμφέροντά της. Διότι, οτιδήποτε θιγεί από δω και πέρα θα είναι από αυτούς που έχουν για να θιγούν. Κι αυτοί σίγουρα δεν είναι οι άνεργοι, οι συμβασιούχοι και οι χαμηλόμισθοι.
