Πραξικόπημα: 1. η αιφνίδια και δυναμική πολιτική ενέργεια που στοχεύει στην παράνομη ανατροπή κυβέρνησης ή πολιτεύματος (συνήθως με χρήση όπλων για την εγκαθίδρυση αντιλαϊκών και απολυταρχικών καθεστώτων), 2. (γενικότ.) κάθε αυθαίρετη και δόλια αιφνιδιαστική κίνηση με σκοπό τν επιβολή των θέσεων κάποιου.
Από το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, του Γ. Μπαμπινιώτη
